| |||
δέρμα βοοειδούς χωρίς τη ράχη | |||
μείωση της χαρακτηριστικής καμπύλης λόγω σπηλαίωσης | |||
απενεργοποιώ; επαναφέρω στην αρχική θέση | |||
αναστρέφω |
afvallen : 18 phrases in 7 subjects |
Agriculture | 6 |
Electronics | 4 |
Environment | 3 |
Finances | 2 |
Food industry | 1 |
Metallurgy | 1 |
Natural sciences | 1 |