DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
aftapgoot v
met. αυλάκι απόχυσης
met., el. στόμιο εκροής; στόμιο χύνωσης ηλεκτρικής καμίνου τόξου
aftapgoot s.m.-oven v
met. αυλάκι χύτευσης
aftapgoot
: 1 phrase in 1 subject
Metallurgy1