DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
afschuining f
chem. γωνία λοξοτομής; γωνία πλαγιοκοπής; γωνιοτομή; λοξοτομή; τομή κατά λοξή γωνία
construct. ενίσχυση; λοξή ενίσχυση
industr., construct. λοξή κοπή; λοξότμητον
met., mech.eng. μεταβατική περιοχή φρέζας για την έναρξη της κοπής
afschuining
: 2 phrases in 2 subjects
Electronics1
Mechanic engineering1