DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
afschilferend v
industr., construct. λεπιώδης
afschilferen v
chem. απολέπιση
construct. ετερόπλευρος απολέπιση
met. αποφολίδωση; αποφλοίωση
afschilferend
: 2 phrases in 2 subjects
Industry1
Life sciences1