DictionaryForumContacts

   Dutch Greek
Google | Forvo | +
- only individual words found

to phrases
aantasting n
environ. βλάβη/τραύμα/τραυματική αλλοίωση/τραυματισμός
med., health., anim.husb. παρασιτική προσβολή; παρασιτισμός
pharma., environ. μόλυνση/λοίμωξη
aantasting van levensvatbaarheid n
gen. υποβάθμιση της βιωσιμότητας
aantasting van
: 27 phrases in 8 subjects
Agriculture1
Environment17
Finances1
Health care2
Industry1
Law3
Metallurgy1
Social science1