DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
aantasting n
environ. βλάβη/τραύμα/τραυματική αλλοίωση/τραυματισμός
med., health., anim.husb. παρασιτική προσβολή; παρασιτισμός
pharma., environ. μόλυνση/λοίμωξη
aantasting van levensvatbaarheid n
gen. υποβάθμιση της βιωσιμότητας
aantasting
: 41 phrases in 11 subjects
Agriculture1
Economy1
Environment20
Finances1
Health care4
Industry1
Law3
Medical2
Metallurgy6
Natural sciences1
Social science1