DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
noun | verb | to phrases
luik n
construct. παντζούρι
mech.eng. ανακλινώμενο πτερύγιο; κλαπέ
Luik v
econ. επαρχία Λιέγης
luik v
agric. άνοιγμα προσπέλασης; στόμιο προσπέλασης
anim.husb. μικρή πόρτα
construct. περσίδα
industr., construct. ρολλό
mech.eng. κλαπέτο
transp. καθέκτης; μπουκαπόρτα
transp., nautic., fish.farm. κουβούσικν.; στόμιο κύτους; κάλυμμα καθόδου; κάλυμμα στομίου κύτους; καθέκτης καθόδου; καπάκι κουβουσιούκν.; μπουκαπόρτακν.
Luik
: 13 phrases in 6 subjects
Agriculture3
Finances1
General1
Industry1
Natural sciences1
Transport6