DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
slot n
agric., mech.eng. γρανάζι μιας κατεύθυνσης; περόνη ασφαλείας
commun., IT θυρίδα
industr., construct. έκκεντρο; έκκεντρο βελονών
IT, dat.proc. υποδοχή
IT, el. μηχανισμός κλειδώματος
mech.eng. κλείστρο; μάνδαλο
mech.eng., construct. υδραυλική στεγάνωσις,ή υδραυλικός στεγανωτήρ
transp. σύμπλεξη; εξάρτηση
transp., construct. σύνδεση μέσω θηλυκώματος; σύνδεσμος θηλυκώματος
"slot" n
transp., avia. διαθέσιμος χρόνος χρήσης; χρονοθυρίδα
slot"
: 54 phrases in 12 subjects
Agriculture1
Chemistry1
Communications3
Electronics2
General4
Industry2
Information technology4
Mechanic engineering14
Medical2
Metallurgy1
Municipal planning3
Transport17