DictionaryForumContacts

   Italian Greek
Google | Forvo | +

noun | verb | to phrases
telaio m
agric., mech.eng. συγκόλληση
commun. βροχοκεραία; κεραία πλαίσιο
commun., transp. κεραία ραδιοπυξίδας
industr., construct. αργαλειός πλεκτικής ευθύγραμμος
transp., avia. δομικό πλαίσιο; νομέας
telaio v
gen. πλαίσιο
agric. πλαίσιο κυψέλης
agric., industr., construct. πλαίσιον
agric., mech.eng. σύνδεση αρότρου
chem. πλαίσιο σύσφιγξης; ηλεκτροτυπία
commun. φόρμα
commun., el. κρίωμα
commun., transp. ραδιογωνιομετρική κεραία
industr. αργαλειός για ύφανση
industr., construct. σκελετός; μηχανή πλεκτικής ευθύγραμμη; πλαίσιο μορφοδότησης; πλαίσιο συναρμογής; αργαλειός
IT, el. βάση; κρεμάστρα; σχάρα
mater.sc. πλαίσιο βάσης
mech.eng. σκελετός μηχανής; ----
met. κέλυφος
textile αργαλειός σαΐτας
transp. κιβώτιο
transp., agric. αμάξωμα ελκυστήρα
transp., avia. πλαίσιο δομής
transp., mech.eng. τροχιά ερπύστριας
telaino v
agric. κυτίο μεταξοσπόρων
telaio per tappeti
: 409 phrases in 20 subjects
Agriculture38
Chemistry11
Coal1
Communications20
Construction23
Cultural studies1
Electronics9
General2
Industry129
Information technology11
Labor law3
Law2
Mechanic engineering42
Medical1
Metallurgy2
Natural sciences6
Technology3
Textile industry11
Trade unions3
Transport91