DictionaryForumContacts

   Italian
Google | Forvo | +
to phrases
spurgo v
chem. καθαρισμός
chem., el. φάση καθαρισμού
environ. έκπλυση
mech.eng. βαλβίδα ελέγχου με ανακούφιση; οπή διαρροής αέρος
transp., mech.eng. καθάρισμα
transp., met. διαρροή; διαφυγή
spurgo
: 51 phrases in 12 subjects
Agriculture4
Chemistry6
Coal1
Construction1
Earth sciences1
Energy industry3
Environment2
General2
Materials science1
Mechanic engineering26
Metallurgy3
Transport1