DictionaryForumContacts

   Italian
Google | Forvo | +
noun | noun | to phrases
sovrapposizione m
commun. φλας; επιπρόσθετος λέξη,γραμμένη επάνω σε άλλη
construct. μάτισμα με παράθεση
industr., construct. αλληλοκάλυψη; υπέρθεση
IT υπερτυπώνω
IT, el. επιτύπωση; υπερκάλυψη
med. επικάλυψη
met. κάλυψη
stat. σύμπτωση
transp. αλληλεπικάλυψη προσκρουστήρων
transp., tech. αλληλεπικάλυψη
sovrapposizione f
med. αλληλοεπικάλυψη; απόθεση; εναπόθεση
sovrapposizione
: 86 phrases in 22 subjects
Agriculture4
Chemistry2
Communications8
Construction3
Cultural studies1
Electronics14
Finances1
General2
Industry12
Information technology8
Insurance3
Labor law1
Life sciences1
Materials science1
Mechanic engineering2
Medical4
Metallurgy10
Scientific1
Statistics2
Technology1
Transport3
Work flow2