DictionaryForumContacts

   Italian
Google | Forvo | +
to phrases
serraggio m
agric. σύμπλεξη; ακινητοποίηση; ασφάλεια; γρανάζι μιας κατεύθυνσης; κλείδωμα; μπλοκάρισμα
earth.sc., mech.eng. έδραση,στήριξη
met. σύσφιγξη
serraggio
: 65 phrases in 9 subjects
Agriculture2
Coal1
Construction4
Earth sciences3
Electronics1
General1
Mechanic engineering29
Metallurgy10
Transport14