DictionaryForumContacts

   Italian
Google | Forvo | +
ipoadrenocorticismo m
med. φλοιοεπινεφριδιακή ανεπάρκεια; μείωση δράσης επινεφριδιακού φλοιού; ανεπάρκεια του φλοιού των επινεφριδίων; νόσος του Addison