DictionaryForumContacts

   Italian
Google | Forvo | +
to phrases
gola f
agric. αυχένας f
earth.sc. στενωπός m; στενός δρόμος
mech.eng. κοίλη στεφάνη; αύλακα
med. λαιμός m; γούλα; λαρύγγι
transp. συστολή; τμήμα σε σχήμα συστολής; διάκενο διέλευσης όνυχα; αύλακα διέλευσης των ονύχων των τροχών; αύλακα καθοδήγησης των ονύχων
gola saldatura in angolo a profilo convesso f
met. λαιμός m
gola saldatura in angolo a profilo concavo f
met. ωφέλιμο πάχος ραφής
gola
: 57 phrases in 12 subjects
Agriculture3
Chemistry2
Earth sciences1
Electronics2
Fish farming pisciculture3
General1
Industry5
Mechanic engineering15
Medical1
Metallurgy1
Natural sciences5
Transport18