![]() |
| |||
τρύπα; φόρουμ | |||
άνοιγμα (orificium, ostium); οπή (orificium, ostium); τρήμα (orificium, ostium); στόμιο (orificium, ostium); όστιο (orificium, ostium); πόρος | |||
| |||
πλαίσιο | |||
θέση λίπανσης; οπή λίπανσης | |||
| |||
διανοίγω οπή; τρυπανίζω; τρυπώ | |||
| |||
διαρρηγμένο ελαστικό επίσωτρο | |||
| |||
φοράτ | |||
| |||
PhonΦων |
foro : 256 phrases in 29 subjects |