DictionaryForumContacts

   Italian
Google | Forvo | +
to phrases
cuore m
agric. καρδιά φοίνικα ή φοινικώδους κράμβης; βλάστημα τερμάτων φοίνικα ή φοινικώδους κράμβης
life.sc., fish.farm. κυδώνι (Cerastoderma edule, Cardium edule)
med. καρδιά (cor)
met. πυρήνας f
nat.sc., agric. αγκαθομεθύστρα f (Acanthocardia aculeata (Linnaeus,1758), Cardium aculeatum); ξύλον εγκάρδιον; μεθύστρα f (Cardium edule, Cerastoderma edule)
transp., met., construct. φορέας διασταύρωσης; καρδιά διασταύρωσης; καρδιά διασταύρωσης σιδηροδρομικών τροχιών; καρδιά διασταυρώσεων; κεντρικό εξάρτημα κλειδιού
transp., tech. απλή διασταύρωση
cuori m
nat.sc., agric. μεθύστρες f (Cardiidae)
cuore
: 170 phrases in 11 subjects
Agriculture4
Forestry1
General3
Health care1
Industry6
Medical83
Metallurgy8
Microsoft2
Natural resourses and wildlife conservation2
Natural sciences12
Transport48