DictionaryForumContacts

   Italian
Google | Forvo | +
caricabatteria m
energ.ind., el. μονάδα φόρτισης συσσωρευτή; συσκευή φόρτισης συσσωρευτή; φορτιστής; φορτιστής μπαταρίας; φορτιστής συσσωρευτή