DictionaryForumContacts

   Italian
Google | Forvo | +
to phrases
carborundum m
chem., el. ανθακοπυρίτιο; ανθρακοπυρίτιο; καρβίδιο πυριτίου; καρβίδιο του πυριτίου; πυριτιούχος άνθρακας
industr. καρβορούνδιο; κορούνδιο
carborundum
: 2 phrases in 1 subject
Chemistry2