DictionaryForumContacts

   Italian
Google | Forvo | +
verb | adjective | to phrases
calmare v
med. καλμάρω καλμάρισα; καταπραΰνω καταπράυνα; καταστέλλω κατέστειλα; κατευνάζω κατεύνασα; ηρεμώ ηρέμησα
calmare adj.
gen. ηρεμώ
calmare
: 4 phrases in 2 subjects
Materials science3
Metallurgy1