DictionaryForumContacts

   Italian
Google | Forvo | +
avocado m
agric. αχλάδι των ποικιλιών avocats; αβοκάντο (Persea gratissima); αχλάδι της ποικιλίας avocat (Persea gratissima); περσέα η ηδύκαρπος (Persea gratissima)