| |||
ράβδος; ραβδοειδής θάλαμος | |||
ανθοδόχη (Receptaculum, receptaculum commune, torus); ανθοδόχη ταξιανθίας (Receptaculum, receptaculum commune, torus) | |||
| |||
Ταύρoς (Taurus) | |||
| |||
ταύρος | |||
ραβδοειδής θάλαμος κενού | |||
δακτυλιοειδής | |||
εξόγκωμα; όγκωμα; ύβος | |||
σπερμοδόχη (Receptaculum, receptaculum commune, torus) | |||
άβαξ (torus) |
Toro : 40 phrases in 12 subjects |