periodo | |
commun. transp. | περίοδος,χρονικόν διάστημα |
med. | χρονικό διάστημα ήματος; περίοδος |
stat. | περίοδος επιστροφής; χρόνος επιστροφής |
dati | |
stat. | στοιχεία |
di | |
gen. | του |
carica | |
mech.eng. | υδραυλικό φορτίο |
| |||
χρονικό διάστημα ήματος | |||
| |||
περίοδος,χρονικόν διάστημα | |||
περίοδος | |||
περίοδος επιστροφής; χρόνος επιστροφής | |||
περίοδος ενός ρυθμικού φανού |
Periodo di carica : 593 phrases in 48 subjects |