DictionaryForumContacts

   Polish
Google | Forvo | +
to phrases
biegły rewident
account. αρμόδιος ελεγκτής ετήσιου κλεισίματος
market. ορκωτός λογιστής; πραγματογνώμονας λογιστής
biegły rewident
: 1 phrase in 1 subject
Accounting1