DictionaryForumContacts

   Romanian
Google | Forvo | +
germoplasmă form.
environ. γενετικό υλικό; βλαστικό πλάσμα; ιδιόπλασμα
life.sc., agric. βλαστόπλασμα; το άθροισμα των κληρονομικών καταβολών; το ιδιόπλασμα; το κληρονομικό βλαστικό πλάσμα του Weismann