DictionaryForumContacts

   Lithuanian
Google | Forvo | +
to phrases
įgaliojimas n
comp., MS εντολή πληρωμής; εξουσιοδότηση; πάγια εντολή
econ. αντιπροσώπευση
environ. εντολή
įgaliojimas
: 4 phrases in 2 subjects
Finances3
Transport1