DictionaryForumContacts

   Portuguese
Google | Forvo | +
to phrases
terminal adj.
gen. τερματικό; ακροδέκτης; πόλοςηλεκτρικός; τέρμα,αφετηρία,σταθμός
earth.sc., el. φυτευτός ακροδέκτης κοχλίας
econ. τερματικό πληροφορικής
el. ακροδέκτης συσσωρευτή; ακροδέκτης καλωδίου συσσωρευτή
IT τερματική συσκευή; άκρο
transp. τελευταία στάση
transp., construct. τερματικός σταθμός; τέρμα και αφετηρία σιδηροδρομικών γραμμών προ του σταθμού; τελικός σταθμός
terminais adj.
el. θετικός πόλος
stat., fin., el. πόλοι
terminal
: 607 phrases in 33 subjects
Agriculture3
Brazil3
Business3
Chemistry3
Coal1
Communications205
Earth sciences32
Economy1
Education2
Electronics120
Energy industry8
Environment4
Finances8
Forestry2
General7
Industry2
Information technology78
Law1
Life sciences1
Marketing1
Mathematics1
Mechanic engineering28
Medical29
Metallurgy1
Microsoft5
Municipal planning1
Natural sciences9
Obsolete / dated2
Pharmacy and pharmacology1
Statistics3
Taxes1
Technology1
Transport40