DictionaryForumContacts

   Portuguese
Google | Forvo | +
to phrases
tenacidade n
agric. προσκολλητικότητα
industr., construct. αντοχή
industr., construct., chem. ανθεκτικότητα; συνεκτικότητα
Tenacidade n
met. αντοχή
tenacidade
: 6 phrases in 2 subjects
Earth sciences1
Industry5