DictionaryForumContacts

   Portuguese
Google | Forvo | +
to phrases
subsídios n
environ. επιχορήγηση; επίδομα; επιδότηση
law επιχορήγηση/επιδότηση/επίδομα
market. επιχορηγήσεις εξοπλισμού
market., fin. επιδοτήσεις; επιχορηγήσεις; χορηγίες
subsídio n
econ. επιχορήγηση; επιχορηγήσεις; χορηγήσεις; επιδότηση
environ. αποζημίωσηεις/βοήθημα/επίδομα/απαλλαγή/έκπτωση
fin. αποζημιώσεις
fin., agric. κρατική ενίσχυση; δημόσια ενίσχυση; κρατική βοήθεια
gov. αποζημίωση
law επιχορήγηση/επιδότηση/επίδομα
social.sc. επίδομα
subsídiosà exploração n
fin., commun. επιδοτήσεις
subsídios
: 305 phrases in 24 subjects
Accounting5
Agriculture8
Coal1
Commerce1
Economy28
Education3
Environment2
Finances49
General33
Government, administration and public services5
Information technology2
Insurance31
International trade2
Labor law11
Law35
Marketing3
Politics2
Research and development2
Security systems1
Social science65
Sociology1
Statistics7
Trade unions4
Transport4