DictionaryForumContacts

   Portuguese
Google | Forvo | +
to phrases
sensor n
gen. ανιχνευτήρας; αισθητήριο όργανο; όργανο αντιλήψεως; συλλέκτης
Braz., comp., MS αισθητήρας
environ. αισθητήριο όργανο; ανιχνευτής
mech.eng. αισθητήριο
sensores n
environ. ανιχνευτής; αισθητήρας; αισθητήριο (όργανο)
sensor
: 211 phrases in 18 subjects
Brazil5
Chemistry2
Coal3
Communications21
Earth sciences10
Electronics47
Environment2
General2
Industry3
Information technology30
Life sciences5
Materials science1
Mechanic engineering24
Medical1
Microsoft17
Natural sciences5
Technology10
Transport23