DictionaryForumContacts

   Portuguese
Google | Forvo | +
to phrases
semente n
agric. εμβολιοφόρος βλαστός; αυγό μεταξοσκώληκα; κόκκος
econ. σπόρος για σπορά
environ. σπόριο βιολογικός όρος; σπόρος για σπορά προϊόν
forestr. σπόρος μύκητα
nat.sc., agric. σπόρος; εμβόλιο μύκητα; μυκήλιο
sementes biologia n
environ. σπόριο βιολογικός όρος
sementes produto n
environ. σπόρος για σπορά προϊόν
semente
: 347 phrases in 23 subjects
Agriculture216
Chemistry1
Commerce1
Communications1
Economy1
Environment3
Finances5
Food industry1
Forestry14
General7
Health care9
Industry8
Labor law1
Law1
Life sciences8
Marketing1
Mechanic engineering1
Medical12
Natural resourses and wildlife conservation6
Natural sciences39
Pharmacy and pharmacology2
Politics3
Statistics6