DictionaryForumContacts

   Portuguese
Google | Forvo | +
to phrases
respirador adj.
health. αναπνευστήρας
mater.sc. διηθητική αναπνευστική συσκευή
med. συσκευή τεχνητής αναπνοής
respiradores adj.
med. αναπνευστική συσκευή; αναπνευστικές συσκευές
respirador
: 23 phrases in 6 subjects
Chemistry2
Electronics1
General5
Industry1
Mechanic engineering3
Medical11