DictionaryForumContacts

   Portuguese
Google | Forvo | +
to phrases
reservatorio adj.
construct. ταμιευτήρας δημιουργούμενος από κατασκευή φράγματος σε κοιλάδα
mater.sc. δεξαμενή νερού κατάσβεσης
reservatório adj.
gen. δεξαμενή
agric. ντεπόζιτοκν.
agric., construct. φράγμα συγκρατήσεως κώνου κορημάτων
construct. τεχνητή λίμνη; ταμιευτήρας αποθήκευσης; ταμιευτήρας δημιουργούμενος από μετωπικά και πλευρικά αναχώματα
environ. σάκος; ταμιευτήρας υδάτων/δεξαμενή (περισυλλογής); ταμιευτήρας; ταμιευτήρας υδάτων/δεξαμενή περισυλλογής
industr., construct. θύλακας μελάνης
mech.eng. δεξαμενή υδραυλικού υγρού; κώδωνας; συλλέκτης
reservatorio
: 274 phrases in 25 subjects
Agriculture5
Chemistry14
Construction37
Earth sciences34
Economy4
Electronics7
Energy industry1
Environment23
Finances1
Food industry1
Forestry1
General8
Industry8
Information technology2
Law1
Life sciences19
Materials science14
Mechanic engineering28
Medical5
Metallurgy4
Municipal planning4
Natural sciences3
Nuclear and fusion power1
Technology9
Transport40