Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Portuguese
⇄
Arabic
Chinese
Czech
Danish
Dutch
English
Estonian
Finnish
French
German
Greek
Irish
Italian
Lithuanian
Maltese
Polish
Romanian
Russian
Slovak
Slovene
Spanish
Swedish
G
o
o
g
l
e
|
Forvo
|
+
reserva legal
account.
αναγκαστικά αποθεματικά
;
νόμιμο αποθεματικό
;
τακτικό αποθεματικό
market.
προαιρετικό αποθεματικό
;
ειδικό αποθεματικό
;
κεφάλαια για το ειδικό αποθεματικό
reservas legais
fin.
αποθεματικό καταστατικού
;
καταστατικό αποθεματικό
;
τακτικό αποθεματικό
The server is undergoing maintenance and the site is working in read-only mode. Please check back later.">
Add
|
The server is undergoing maintenance and the site is working in read-only mode. Please check back later.">
Report an error
|
Get short URL
|
Language Selection Tips