DictionaryForumContacts

   Portuguese
Google | Forvo | +
noun | verb | to phrases
ranhura n
el. σχισμή; αυλάκωση
industr., construct. λούκι; αυλάκι; αυλακιά; κανάλι; εσοχή; σανίδες που έχουν ενωθεί μεταξύ τους μέσω γκινισιάς; χαραγή; σκάρτσα; μόρσο
mech.eng. λαιμός; οχετός αποστράγγισης; ελικοειδής αυλάκωση; κομβιοδόχη ενός φορέα του κατεργαζόμενου κομματιού; αυλάκωση υποδοχής αποβλίττων
transp. αύλακας; εγκοπή; εντομή; εντορμία; πατούρα; ράβδωση
ranhurar v
industr., construct. πίκμανση
met., mech.eng. τόρνευση εγκοπών ελευθερίας
ranhura
: 151 phrases in 17 subjects
Agriculture1
Chemistry11
Coal1
Communications10
Construction1
Earth sciences7
Electronics9
General2
Health care1
Industry12
Information technology2
Mechanic engineering58
Metallurgy16
Microsoft3
Natural sciences1
Technology5
Transport11