DictionaryForumContacts

   Portuguese
Google | Forvo | +
pintura à pistola
industr., chem. βάψιμο με ψεκασμό
industr., construct. βάψιμο με πιστόλι; βαφή με πιστόλι ψεκασμού
mech.eng., construct. βαμμένο με ψεκασμό; βαμμένο με το "πιστόλι"