DictionaryForumContacts

   Portuguese
Google | Forvo | +
to phrases
lêvedo adj.
agric. ποδάρι; ζύμη; προζύμι; ποδάρι; μπόλιασμα μούστου με ζυμομύκητες σε διάλυμα; μπόλιασμα μούστου με ζυμομύκητες
levêdo adj.
agric. καλλιέργεια ζύμης; ζύμη
lêvedos adj.
health. ζυμομύκητες
lêvedo
: 11 phrases in 5 subjects
Agriculture2
Chemistry3
Food industry3
Medical2
Pharmacy and pharmacology1