DictionaryForumContacts

   Portuguese
Google | Forvo | +
noun | verb | to phrases
isca n
coal. μέσον ανάφλεξης; μέσον πυροδότησης
fish.farm. δόλωμα
iscar v
agric. προσθήκη επίλεκτης ζύμης στο γλεύκος
isca
: 6 phrases in 5 subjects
Agriculture2
Coal1
Environment1
General1
Industry1