DictionaryForumContacts

   Portuguese
Google | Forvo | +
noun | verb | to phrases
fissuras n
agric. σχισμές
industr., construct. ράγισμα; σπάσιμο; σπάσιμο αυλακιών
fissura n
earth.sc., industr., construct. Ραγάδα ακρορραγάδα
industr., construct., mech.eng. θραύση μικρής έκτασης
life.sc. διάρρηξη; κύριον επίπεδον σχιστότητος πετρώματος
mater.sc., industr., construct. ρωγμή από ψήσιμο; ραγάς
met. ρηγμάτωση σχήματος πτερυγίου; ραγάδα; σκάσιμο; σχασμάδα; σχισμάδα; τριχοειδής ρωγμή
nat.sc., agric. εσωτερική σχισμή εξ ανεμοστροβίλου
transp. ρωγμή; σχισμή
billabong n
earth.sc. τυφλός βραχίων ποταμού
fissurar v
transp. εμφανίζω ρωγμές; ρηγματώνομαι
 Portuguese thesaurus
fissuras n
industr., construct. groove cracking
fissuras
: 112 phrases in 12 subjects
Chemistry3
Coal1
Construction4
Earth sciences3
Industry5
Life sciences3
Materials science3
Medical56
Metallurgy27
Natural sciences1
Technology1
Transport5