DictionaryForumContacts

   Portuguese
Google | Forvo | +
to phrases
espelho n
agric. καθρέφτης του πώματος της φιάλης
comp., MS κατοπτρικός τόμος
construct. όρθια πλευρά σκαλοπατιού; αψιδωτή κορνίζα; κατακόρυφος κλάδος
earth.sc., mech.eng. σωληνοειδής πλάκα
industr., construct. καθρέπτης καλαποδιού
IT ιστοχώρος καθρέφτης
leath. καθρέφτης
mech.eng., construct. πλακίδιο καλύψεως κλειδαρότρυπας; στόμιο κλειδαριάς
stat., commun., scient. ανακλόν κάτοπτρο; κάτοπτρο
transp. ανδρείκελο; ανθρώπινο ομοίωμα
Espelho n
comp., MS Καθρέπτης
espelho
: 131 phrases in 21 subjects
Agriculture4
Brazil2
Chemistry10
Cultural studies3
Earth sciences23
Electronics20
Energy industry2
Fish farming pisciculture7
General1
Hobbies and pastimes1
Industry14
Information technology1
Labor law1
Life sciences16
Medical5
Microsoft2
Municipal planning4
Natural sciences6
Physical sciences1
Technology1
Transport7