DictionaryForumContacts

   Portuguese
Google | Forvo | +
to phrases
escantilhão n
commun. στένσιλ γραμμάτων
industr., construct., chem. Tράπεζα παντογράφου
mech.eng. οδηγητική καμπύλη αντιγραφής; καθοδηγητικός κανόνας
transp., nautic., tech. στοιχεία κατασκευής πλοίου
escantilhão
: 13 phrases in 5 subjects
Coal1
Electronics1
Industry1
Mechanic engineering6
Technology4