DictionaryForumContacts

   Portuguese
Google | Forvo | +
to phrases
distorção v
gen. διαταραχή
Braz., comp., MS στρέβλωση
cultur., earth.sc. σφάλμα οπής διαφράγματος
earth.sc. στρέβλωσις; παραμόρφωσις
el. παραμόρφωση κυματομορφής
industr., construct., met. οπτική διακύμανση
med. διάστρεμμα
met. κύρτωση; παραμόρφωση ενός ελάσματος
transp. παραμόρφωση
distorçãode um perfil ou de um elemento que não a chapa v
met. παραμόρφωση; παραμόρφωση εξελασμένου ή συγκολλητού στοιχείου
distorçao v
life.sc. παραμόρφωση
distorção
: 211 phrases in 20 subjects
Agriculture1
Brazil1
Chemistry1
Commerce2
Communications53
Earth sciences9
Economy1
Electronics86
Environment2
Finances2
Health care3
Industry16
Information technology14
Law1
Life sciences2
Medical8
Metallurgy1
Natural sciences1
Technology5
Transport2