DictionaryForumContacts

   Portuguese
Google | Forvo | +
to phrases
diques n
environ. αντιπλημυρικό ανάχωμα; τάφρος; φράγμα; αντιπλημυρικό ανάχωμα/φράγμα/τάφρος
dique n
gen. πρόχωμα,ανάχωμα; φλέβα λίθων; ανάχωμα; πρόχωμα
agric., construct. φράγμα συγκρατήσεως κώνου κορημάτων; ράχη; υπερύψωμα επί αναχώματος
commun., life.sc. σημαντήρ
construct. υποδοχή στομίου αποστραγγίσεως
environ. αντιπλημυρικό ανάχωμα/φράγμα/τάφρος
diques
: 32 phrases in 7 subjects
Agriculture6
Construction12
Environment3
Labor law2
Life sciences4
Mechanic engineering2
Transport3