DictionaryForumContacts

   Portuguese
Google | Forvo | +
to phrases
corantes adj.
industr., construct. βαφές υφασμάτων; χρωστικές ύλες υφασμάτων
corante adj.
agric., food.ind., chem. χρωστικές ουσίες
chem. χρωστική ύλη; διαλυτή χρωστική; χρωστική ουσία ; χρωστικό; χρωστική ύλη; χρωστική
econ. χρωστική ουσία
environ. χρωστική ύλη/βαφή
industr., construct., met. μέσο χρωματισμού
corantes
: 130 phrases in 18 subjects
Agriculture3
Chemistry56
Coal1
Communications1
Cultural studies1
Earth sciences1
Economics3
Electronics1
Environment5
Food industry3
General1
Health care1
Industry39
Information technology3
Materials science3
Medical2
Technology5
Textile industry1