DictionaryForumContacts

   Portuguese
Google | Forvo | +
to phrases
comutador adj.
gen. κομμυτατέρκν; συλλέκτης,μεταγωγός,διακόπτης αναστροφής
comp., MS διακόπτης
el. κομμιτατέρ; διακόπτης αναστροφής; κυματοδηγικός διακόπτης; διακόπτης επιλογής; μεταγωγικός διακόπτης; μεταγωγέας
IT μεταγωγέας προγράμματος
mech.eng. συσκευή αντιμετάθεσης
mech.eng., el. μετατροπέας; περιστρεφόμενος μετατροπέας
met. μηχανικός διακόπτης συγκολλήσεως
transp., el. σύστημα διακοπτών; ρυθμιστής
transp., mech.eng. κολάρο με περιορισμένες διαστάσεις
comutadora adj.
el. στρεφόμενος μετατροπέας
comutador
: 300 phrase in 12 subjects
Communications67
Cultural studies1
Earth sciences8
Electronics133
General4
Industry3
Information technology41
Materials science1
Mechanic engineering17
Metallurgy3
Microsoft2
Transport20