DictionaryForumContacts

   Portuguese
Google | Forvo | +
to phrases
brunidura n
industr., construct., met. λείανση; στίλβωση
mech.eng. γιάλισμα με τροχό; λουστράρισμα με τροχό
met. τριβή με σκληρό λειαντήρα
brunidura
: 4 phrases in 1 subject
Transport4