DictionaryForumContacts

   Portuguese
Google | Forvo | +
to phrases
bouquet n
agric. άρωμα f; ευωδία οίνου
"bouquet" n
agric. άρωμα οίνου; άρωμα κρασιού; "μπουκέτο"
bouquet
: 1 phrase in 1 subject
Communications1