DictionaryForumContacts

   Portuguese
Google | Forvo | +
to phrases
balsa n
agric. υπερκείμενη στιβάδα καταλοίπων; δεξαμενή οινοποίησης; δοχείο οινοποίησης; ανοιχτή δεξαμενή; χωνί βαρελιού; πίλος; υπερκείμενη στιβάδα καταλοίπων
astronaut., transp. Πλωτήρας; Λέμβος
forestr. βάρκα; σχεδία
balsa
: 7 phrases in 5 subjects
Agriculture1
Forestry1
Medical1
Natural sciences3
Transport1