DictionaryForumContacts

   Portuguese
Google | Forvo | +
to phrases
alongamento n
chem. διαδικασία εφελκυσμού με πιεσμένο αέρα
chem., mech.eng. αραίωση
earth.sc., transp. έκταμα; λόγος επιμήκους; λεπτότητα
IT τέντωμα
met. επιμήκυνση
transp. αεροδυναμική λεπτότητα
transp., mater.sc. επιμήκυνση οπής
alongamento
: 61 phrases in 11 subjects
Agriculture1
Earth sciences4
Fish farming pisciculture1
General2
Industry17
Materials science5
Mechanic engineering1
Medical2
Metallurgy17
Technology9
Transport2