DictionaryForumContacts

   English
Google | Forvo | +
wraparound ['ræpəraund] n
fin. υποθήκη τύπου "ομπρέλας"; αναχρηματοδότηση ενυπόθηκου δανείου
IT αναδίπλωση
IT, dat.proc. περιτύλιγμα
IT, tech. Μεταφορικότητα; κινητικότητα