DictionaryForumContacts

   English
Google | Forvo | +
to phrases
transom ['træns(ə)m] n
agric. άβακας πρύμνης; παπαδιάκν.
construct., wood. διαδοκίς,στρωτήρ
fish.farm. άβακας παπαδιά
transp. τραβέρσα; πλάκα τριβής; τραβέρσα κιβωτίου; διαδοκίδα; διαδοκίδα κιβωτίου; πέδιλο ολίσθησης
transom
: 13 phrases in 3 subjects
Agriculture2
Construction2
Transport9